Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η

76η ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΑΧΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ – ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ

Μνημόσυνο τιμής και μνήμης ηρώων την 6η Δεκεμβρίου 2020

      Το Δ.Σ. του Συνδέσμου Αποστράτων Αστυνομικών Αθηνών, ως πιστός τηρητής Ιστορίας και Νόμου, είχε προγραμματίσει την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2020 λιτή και περιορισμένη, λόγω της πανδημίας Covid-19, θρησκευτική εκδήλωση για την 76η Επέτειο της μάχης των Αθηνών, στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη 1944.

Όμως μετά τα συνεχιζόμενα αυστηρά μέτρα και την παράταση αυτών η εκδήλωση τιμής, μνήμης και αναπαύσεως των ψυχών εκείνων που είχαν  τον ηρωισμό να προσφέρουν τη ζωή τους Έρανο στο βωμό της πατρίδας, για ελευθερία, δημοκρατία και ακεραιότητα στη Μάχη του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη αναβάλλεται.

Ο Σύνδεσμος Αποστράτων Αστυνομικών Αθηνών με την πρώτη ευκαιρία χαλάρωσης των υγειονομικών μέτρων είτε εντός του μηνός Δεκεμβρίου είτε των αρχών του νέου έτος, ως άσβεστο χρέος του, θα τιμήσει τη μνήμη των πεσόντων και των ψυχών αυτών με ευλάβεια σε σεμνή ολιγομελή τελετή  στον καθιερωμένο χώρο.

 

ΕΠΕΤΕΙΑΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ – Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ

Η απελευθέρωση της Ελλάδος από την τριπλή κατοχή και η άφιξη στην Αθήνα της κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου στις 18 Οκτωβρίου του 1944, απετέλεσαν την αρχή μιας τραγικής για την Πατρίδα μας περιόδου, που διήρκησε πέντε ολόκληρα χρόνια. Τα γεγονότα της περιόδου αυτής, εκτός των πολλών δεινών που συσσώρευσαν στην χώρα, της στέρησαν την μοναδική ευκαιρία να διεκδικήσει από τους συμμάχους της ως νικήτρια δύναμη όλα τα δικαιούμενα.

Κατά την διάρκεια της Κατοχής, οι δυνάμεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ απέφυγαν κατόπιν στρατηγικής επιλογής και σχεδιασμού την ανοικτή και εκτεταμένη σύγκρουση με τους κατακτητές, μολονότι διέθεταν αξιόλογη στρατιωτική δύναμη, επαρκή οπλισμό και χρήματα που ελάμβαναν από τους Άγγλους για να κάνουν αντίσταση. Με την αποχώρηση των Γερμανών από νότο προς βορρά μέσω των οδικών αρτηριών, παρατηρείται μια αντίστροφη κίνηση των δυνάμεων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ από βορρά προς νότο μέσω των ορεινών διαδρομών. Ο αντικειμενικός τους σκοπός έγινε φανερός από τις πρώτες ημέρες του Δεκεμβρίου. Η περίοδος του Δεκεμβρίου και των πρώτων ημερών του επομένου έτους, μέχρι την υπογραφή ανακωχής στις 11 Ιανουαρίου, είναι γνωστή ως «Δεκεμβριανά».

Ο αστικός πολιτικός κόσμος της εποχής κατηγόρησε την ηγεσία του ΕΑΜ και το ΚΚΕ για υπαναχώρηση, όσον αφορά τον αφοπλισμό των ανταρτικών ομάδων, και για προσχηματική αρχική συμφωνία, την οποία αρκετοί τότε απέδωσαν στο ότι αναμένονταν στην Ελλάδα πολύ περισσότερες συμμαχικές (Βρετανικές) δυνάμεις από αυτές που τελικά ήρθαν. Επίσης, το ΕΑΜ κατηγόρησε τους αντιπάλους του για επέμβαση ξένων δυνάμεων στα ελληνικά πολιτικά πράγματα.

Μεγάλο μέρος της Αθήνας είχε μετατραπεί σε ερείπια και πολλοί άμαχοι έχασαν την ζωή τους από τις μάχες που διεξάγονταν στους δρόμους της Αθήνας, αλλά και από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς των Άγγλων.

Τα γεγονότα του Δεκέμβρη του 1944 στην Αθήνα θεωρούνται από μια πλευρά των ιστορικών ως η δεύτερη φάση της ανταρσίας (ο «δεύτερος γύρος» κατά την μεταπολεμική οπτική) και οδήγησαν στην τρίτη φάση («τρίτο γύρο»), που τερματίστηκε το 1949 με την στρατιωτική ήττα του ΚΚΕ. Η σύγκρουση των Δεκεμβριανών, καθώς και οι περιπτώσεις ακραίας βίας, όχι μόνο κατά δοσίλογων αλλά και κατά υποστηρικτών της κυβέρνησης και του αστικού καθεστώτος, αύξησε το αντικομμουνιστικό μένος της αντίπαλης πλευράς και έκανε πολύ δύσκολη την προοπτική της άμβλυνσης των παθών για πάρα πολλά χρόνια.

Στον πιο αποδεκτό «πίνακα απωλειών» των αντιμαχόμενων πλευρών, οι εθνικές δυνάμεις είχαν 3.480 νεκρούς (889 ανήκαν στην χωροφυλακή και την αστυνομία και 2.540 στα στρατιωτικά τμήματα) και πολλούς αιχμαλώτους. Οι απώλειες του ΕΛΑΣ υπολογίστηκαν στους 2-3 χιλιάδες νεκρούς και 7-8 χιλιάδες αιχμαλώτους.

Μέχρι τις 25 Δεκεμβρίου, ο αριθμός των συλληφθέντων από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ φθάνει τις 8.000, οι οποίοι με την αποχώρησή τους από την Αθήνα ξεπερνούν τις 15.000 όμηρους. Δύο χιλιάδες περίπου από αυτούς εκτελέστηκαν. Οι λεηλασίες ως κόστος ξεπέρασαν το ένα δισεκατομμύριο δραχμές της εποχής και κάηκαν ή ανατινάχθηκαν περισσότερες από 200 οικίες.

Η ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ

Στις 6 Δεκεμβρίου, ολόκληρη σχεδόν η Αθήνα ήταν στα χέρια των δυνάμεων του ΕΑΜ ΕΛΑΣ. Τα μόνα κέντρα αντιστάσεως ήταν το Σύνταγμα Χωροφυλακής στου Μακρυγιάννη, η Σχολή Χωροφυλακής (Λεωφόρος Μεσογείων) και το Στρατόπεδο Γουδή με την 3η ΕΟΤ.

Το Σύνταγμα Μακρυγιάννη θεωρήθηκε, από την ηγεσία του ΕΛΑΣ, ως το τελευταίο εμπόδιο προς την πλατεία Συντάγματος και επομένως την κατάληψη της εξουσίας. Από την άλλη πλευρά, οι υπερασπιστές του γνώριζαν ότι ο αγώνας τους ήταν σκληρός και άνισος αλλά ήταν υπέρ πάντων. Η δύναμη ήταν 100 Αξιωματικοί (88 της Χωροφυλακής και 12 του Στρατού) και 430 οπλίτες. Η δύναμη αυτή, εκτός από το προσωπικό του Συντάγματος, προερχόταν και από άλλες αστυνομικές υπηρεσίες της Αττικής και της επαρχίας. Ο οπλισμός και τα πυρομαχικά δεν ήταν αρκετά για να αντιμετωπίσουν μια τόσο μεγάλη επίθεση. 300 τυφέκια, 15 υποπολυβόλα, 3 οπλοπολυβόλα, 1 πολυβόλο, 3 όλμοι με ελάχιστα βλήματα και 2 αντιαρματικά πυροβόλα.

Την ίδια ημέρα, παρουσιάστηκε εθελοντικά στο Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ο Αντισυνταγματάρχης Πεζικού Κωνσταντίνος Κωστόπουλος. Ο Αντισυνταγματάρχης ήταν καθηγητής της Σχολής Χωροφυλακής και υπερασπιστής των οχυρών Μεταξά το 1940-41. Κατά την μάχη της Φλώρινας, ως διοικητής ταξιαρχίας, υπερασπίστηκε την πόλη εναντίον των κομμουνιστών. «Η Πατρίς κινδυνεύει και ήρθα να πολεμήσω εδώ ως απλός στρατιώτης. Με δέχεσθε;» Ο υποδιοικητής του Συντάγματος Αντισυνταγματάρχης Ευάγγελος Σοφράς του απήντησε: «Σε έστειλε ο Άγιος Νικόλαος».

Ως ειδικός στις μάχες εντός φρουρίων και τις οδομαχίες, παρουσίασε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αμύνης των εγκαταστάσεων και ανέλαβε την διεύθυνση των πολεμικών επιχειρήσεων. Το σχέδιο προέβλεπε τρεις γραμμές αμύνης:

. 1η Γραμμή Αμύνης (εξωτερική), με 7 φυλάκια εγκατεστημένα σε παρακείμενες οικίες. Τα φυλάκια αυτά θα εμπόδιζαν τον εχθρό να πλησιάσει το στρατόπεδο.

. 2η Γραμμή Αμύνης, που ήταν η περίφραξη του στρατοπέδου. Αν τμήμα της περίφραξης έπεφτε στα χέρια του ΕΛΑΣ, θα έπρεπε να επέμβει η εφεδρεία για την ανακατάληψή του.

. 3η Γραμμή Αμύνης αποτελούσαν τα κτίρια, στα οποία θα δινόταν η τελική μάχη. Οι μαχητές ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν από θάλαμο σε θάλαμο. Στην ταράτσα του κεντρικού κτιρίου εγκαταστάθηκε παρατηρητήριο και ένα οπλοπολυβόλο.

Η δύναμη του ΕΛΑΣ ήταν αρχικά ένα σύνταγμα των 1.500 ανδρών με τυφέκια, οπλοπολυβόλα και πολλά εκρηκτικά.

Στις 05:45 της 6ης Δεκεμβρίου, ξεκίνησε η σκληρότερη αλλά και αποφασιστικότερη μάχη των Δεκεμβριανών. Ξεκίνησε με σφοδρό βομβαρδισμό και πυκνά πυρά πεζικού από πολλές κατευθύνσεις. Παρά την σθεναρή αντίσταση, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ κατέλαβαν 4 φυλάκια. Όσοι υπερασπιστές τους δεν σκοτώθηκαν ή δεν συμπτύχθηκαν προς το στρατόπεδο, συνελήφθησαν, διαπομπεύθηκαν, βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν. Συνεχίζοντας την επίθεση, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανατινάξουν με εκρηκτικά μέρος της περίφραξης. Σοβαρή επίπτωση στο ηθικό τους είχε η ανατίναξη, από βολή πυροβόλου, των εκρηκτικών που μετέφεραν σε ένα φυλάκιο που είχαν καταλάβει και ο θάνατος των 70 συντρόφων τους που τα συνόδευαν.

Οι απώλειες των αμυνομένων κατά την πρώτη ημέρα ήταν σημαντικές. 14 νεκροί, 33 τραυματίες και 41 αγνοούμενοι. Βεβαίως οι επιτιθέμενοι του ΕΛΑΣ είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες. Ο διευθύνων τις επιχειρήσεις αντισυνταγματάρχης Κωστόπουλος, το πρωί της επομένης εξέδωσε ημερησία διαταγή, η οποία μεταξύ των άλλων έγραφε: «Θα διατηρώ την ανάμνησιν ότι εις την μάχην της 6ης Δεκεμβρίου 1944 η Βασιλική Χωροφυλακή έδειξε μαχητικότητα πολύ καλλιτέραν από αυτού του Πεζικού εις το οποίον ανήκω. Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ».

Την επομένη, οι επιτιθέμενοι αρκέστηκαν σε πυρά παρενόχλησης και προπαρασκευή νέων επιθέσεων. Τις νυκτερινές ώρες της 7ης προς 8ης Δεκεμβρίου, οι επιτιθέμενοι ανατίναξαν μέρος του νοτίου τμήματος της περίφραξης και την 9η ακόμη ενός τμήματος. Την 8η Δεκεμβρίου, οι υπερασπιστές του Μακρυγιάννη με αιφνιδιαστική αντεπίθεση ανακατέλαβαν δύο φυλάκια, συνέλαβαν 50 αιχμαλώτους και παρέλαβαν πολλά όπλα και πυρομαχικά.

Στις 9 του μηνός, οι επιτιθέμενες δυνάμεις δέχθηκαν την ενίσχυση ενός τάγματος, ενός λόχου και δύο πυροβόλων και το πρωί της επομένης εξαπέλυσαν σφοδρότατη επίθεση, αλλά μέχρι την 18:00 αποκρούστηκαν από τους αμυνόμενους.

Την νύκτα της 11ης προς 12η Δεκεμβρίου, μετά από την άφιξη νέων ενισχύσεων, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ επιχείρησαν νέα αιφνιδιαστική επίθεση και γι’ αυτό δεν προηγήθηκε προπαρασκευή πυροβολικού. Όμως οι αμυνόμενοι, λόγω του άριστου συστήματος πληροφοριών που διέθεταν, περίμεναν την ενέργεια. Στις 20.00, ένας λόχος με 100 άνδρες προσπάθησε να εισβάλει από το ρήγμα της νότιας περίφραξης, αλλά έπεσε σε νάρκες και τα πυρά των αμυνομένων και αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 50 νεκρούς. Το ίδιο ανεπιτυχής ήταν και η προσπάθεια που έγινε δύο ώρες μετά. Τα μεσάνυχτα, από ρήγμα που δημιούργησαν στην δυτική περίφραξη δύο δυναμιτιστές, προσπάθησαν να διεισδύσουν κρυφά ομάδες του ΕΛΑΣ. Όμως φωτιστικά βλήματα μετέτρεψαν την νύκτα σε μέρα και επέτρεψαν στις δυνάμεις της Χωροφυλακής να κατατροπώσουν τους εισβολείς που είχαν τρομερές απώλειες.

Στις 12 Δεκεμβρίου, σταμάτησαν οι επιθέσεις. Μέχρι την 15η του μηνός κάποιες προσπάθειες των επιτιθεμένων έπεσαν στο κενό. Η μάχη του Μακρυγιάννη είχε χαθεί για τον ΕΛΑΣ. Το οχυρό, παρά την μικρότερη δύναμή του και τον κατώτερο εξοπλισμό του, άντεξε.

Η μάχη του Συντάγματος Χωροφυλακής Μακρυγιάννη ήταν μια σκληρή και συνεχής μάχη με πολλούς νεκρούς και τραυματίες και από τους δύο αντιμαχόμενους. 33 νεκροί και 120 τραυματίες ήταν ο φόρος αίματος των αγωνιστών του Μακρυγιάννη. Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ είχαν πολύ μεγαλύτερες απώλειες.

Η νίκη των κυβερνητικών δυνάμεων συνέβαλε σημαντικά στο να μείνει ελεύθερο το μικρό κομμάτι της Αθήνας, στο οποίο είχαν έδρα η ελληνική κυβέρνηση και οι περισσότερες ξένες αποστολές. Μετά την νίκη αυτή άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για το κομμουνιστικό κίνημα του ΕΑΜ ΕΛΑΣ.

 Σε ομιλία προτροπή του, ο Διοικητής Συντάγματος Συντ/ρχης Χωροφυλακής  Γεώργιος Σαμουήλ, προς τους μαχητές του : «…Πρέπει να αγωνισθώμεν όλοι μας με την ίδια αποφασιστικότητα  και την ίδια πίστη που επέδειξε πάντοτε  το Σώμα  της  Χωροφυλακής…. Η θυσία  για την πατρίδα πρέπει να μας εμπνέει και το  υπέρτατο χρέος προς την τιμή των όπλων μας πρέπει να μας οιστρηλατεί».