ΧΩΡΙΣ ΣΥΝΗΓΟΡΟ

Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος  Αντ/γος ε.α.

Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής Αθηνών.

Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.

Οι πόρτες είναι κατασκευασμένες για να επιτρέπουν την είσοδο και την έξοδο μας, από χώρους μικρούς ή μεγάλους, από κτίρια, ακόμη και από πόλεις.

Κάποιες είναι κλειδωμένες ή χαλασμένες και έτσι δεν μπορούμε να μπούμε, ενώ κάποιες άλλες είναι απαγορευμένες.

Είναι και κάποιες πόρτες που δεν επιθυμούμε καθόλου να τις περάσουμε, αλλά οι συγκυρίες της ζωής, το φέρνουν έτσι που πολλές φορές “μπαίνουμε – βγαίνουμε”, από αυτές.

Μια τέτοια πόρτα πέρασα τις μέρες αυτές, για να σταθώ δίπλα σε ένα πολύ κοντινό μου πρόσωπο.

Ήταν η πόρτα των δικαστηρίων.

Αμήχανες οι στιγμές και άβολες.

Μόνο στο αντίκρισμα του κτιρίου νιώθεις ένα πλάκωμα ακόμα, κι όταν δεν είσαι εσύ άμεσα εμπλεκόμενος.

Καθώς μπήκα μέσα αντίκρισα τόσους πολλούς ανθρώπους μαζεμένους, που χωρίς να το θέλω σκέφτηκα, ότι όλος ο κόσμος θαρρείς και είναι στα δικαστήρια.

Η ίδια σκέψη, όπως όταν μπαίνω σε κάποιο νοσοκομείο.

Αστυνομικοί, Δικηγόροι, Δικαστικοί, πολίτες, βιαστικά να περπατάνε, να μπαινοβγαίνουν στις αίθουσες, να στέκονται έξω από αυτές, να συνεννοούνται.

Ένα χαρακτηριστικό ήταν κοινό, σε όλους τους πολίτες :

Μια, αγωνία διάχυτη, ίσως καμουφλαρισμένη, αλλά η αγωνία ήταν εκεί, να συνοδεύει όλους και να φαίνεται κυρίως στο βλέμμα.

Μέσα στη δικαστική αίθουσα, η ίδια αγωνία. Παρατηρούσα τον δικαστή στην έδρα και σκέφτηκα, πόσο δύσκολη διακονία έχει.

Να κρίνει αν ο άνθρωπος που δικάζεται είναι ένοχος ή όχι, να ακούει τους κατηγόρους, τους μάρτυρες και στο τέλος τον ίδιο τον κατηγορούμενο.

Και πόση χαρά να ακούς από το στόμα του

τη λέξη “αθώος”!

Νοιώθεις μια ανακούφιση, μια λύτρωση”.

“Στην Αρχαία Ελλάδα, μετά το τέλος των περσικών πολέμων (πρώτο μισό του 5ου αιώνα π.χ.), το σύστημα ποινικής Δικαιοσύνης, που ίσχυε στην Αθήνα ακολουθήθηκε κι από άλλες πόλεις, κράτη.

Στην Αθήνα, είχαν δικαστικές αρμοδιότητες η Εκκλησία του δήμου, οι εννέα άρχοντες και οι έξι θεσμοθέτες, αλλά το πιο σημαντικό δικαστήριο ήταν, αυτό, της Ηλιαίας.

Η Ηλιαία ήταν το κυριότερο δικαστήριο του αρχαίου αθηναϊκού κράτους. Επρόκειτο για δικαστήριο ενόρκων, μέλη του οποίου μπορούσαν να γίνουν όλοι οι γνήσιοι Αθηναίοι πολίτες άνω των 30 ετών, έπειτα από κλήρωση.

Στα βασιλικά, ολιγαρχικά και τυραννικά καθεστώτα η δικαιοσύνη βρισκόταν στα χέρια των ισχυρών.

Στην αρχαία Αθήνα, ένα από τα χαρακτηριστικά της νομοθεσίας του Δράκοντα, ήταν και η σκληρότητα των ποινών.

Για παράδειγμα, η κλοπή είχε ως τιμωρία τον θάνατο, ενώ όποιος δεν μπορούσε να ξοφλήσει τα χρέη του, περνούσε μαζί με την οικογένειά του, στην ιδιοκτησία του πιστωτή.

Τα πιο ειδεχθή εγκλήματα θεωρούνταν εκείνα, που σχετίζονται με το ανθρώπινο αίμα, όπως η δολοφονία, η αιμομιξία, η επαφή με τα πτώματα και η βεβήλωση των ασύλων και των ιερών δασών.

Στη Σπάρτη, τα όργανα απονομής της δικαιοσύνης ήταν οι δύο βασιλείς, η γερουσία και οι πέντε έφοροι.

Ακριβώς πάνω από τον δικαστή η εικόνα του Χριστού.

Η σκέψη μου πήγε πάραυτα, στο ουράνιο δικαστήριο.

Όταν θα έρθει εκείνη η ώρα, που θα σταθώ κι εγώ μπροστά στο δίκαιο Κριτή.

Και θα έχω ακόμη περισσότερη αγωνία και φόβος θα με διακατέχει, γιατί η απόφαση του Κυρίου μας, θα ισχύει για μια αιωνιότητα.

Δεν θα έχω δικηγόρους, για να με υπερασπιστούν ή μάρτυρες. Δεν θα έχω στοιχεία αθωότητας για να παρουσιάσω.

Ο κύριος τα γνωρίζει όλα.

Μακάρι να ακούσω το αθώος. Μακάρι με τη χάρη του Θεού να κερδίσω μια, θέση στη βασιλεία των ουρανών.

Μέχρι τότε όμως, ας μη στέκομαι με σταυρωμένα τα χέρια. Το έλεος του Θεού είναι μεγάλο, ναι! Αλλά και η δικαιοσύνη του εξίσου.

Ας προσπαθήσω λίγο περισσότερο να κάνω όσα είναι ευάρεστα σ’ εκείνον, να ζω, να κινούμαι, να σκέφτομαι μόνο όπως θέλει ο Θεός!

Ο αγώνας είναι μεγάλος, αλλά η απόφαση μου καθοριστική. Μια για πάντα.

Χωρίς αναστολές και εφέσεις.

Αξίζει κάθε κόπος, αρκεί να ακούσω το “αθώος”.

Πηγή : Ελληνικό Ορθόδοξο Περιοδικό “Όσιος Θεόφιλος”.

Με εκτίμηση

Δημήτριος Μητρόπουλος