ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ

Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος  Αντ/γος ε.α. Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής  Αθηνών.  Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.

Ο Θουκυδίδης (περ. 455 – 399) π.Χ. ήταν αρχαίος Έλληνας ιστορικός, γνωστός για τη συγγραφή της ιστορίας του Πελοποννησιακού πολέμου και στρατιωτικός (Στρατηγός).

Οι πληροφορίες που σώζονται για τη ζωή και τη δράση του, είναι πενιχρές και προέρχονται, είτε από αναφορές του συγγραφέα μέσα στο έργο του, είτε από άλλες μεταγενέστερες πηγές, ιδιαίτερα από τους λεγόμενους Βίους (κυρίως από αυτόν που έγραψε ο Μαρκελίνος) και από το λήμμα στο λεξικό της Σούδας.

Ο Θουκυδίδης αυτοπροσδιορίζεται, ως Αθηναίος, λέγοντας ότι ο πατέρας του λεγόταν Όλορος και ότι καταγόταν, από τον αθηναϊκό δήμο Αλιμούς.

Ήταν ιδιοκτήτης χρυσορυχείων στην παράκτια περιοχή της Θράκης, απέναντι από τη Θάσο. Γεννήθηκε στο Δήμο Αλιμούντα σημερινό Άλιμο και είχε συγγενικούς δεσμούς με τον Αθηναίο πολιτικό και στρατηγό Μιλτιάδη και τον γιο του Κίμωνα.

Ο Θουκυδίδης ήταν περίπου 25 – 30 ετών στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.χ.). Αρρώστησε και ο ίδιος κατά τον λοιμό που έπληξε την Αθήνα, μεταξύ 430 και 427 π.Χ. εξοντώνοντας, το ένα τέταρτο του πληθυσμού της, μεταξύ αυτών και τον Περικλή.

Το 424 π.Χ. εκλέχτηκε στρατηγός και ανέλαβε τη διοίκηση επτά πλοίων, που αγκυροβολούσαν στη Θάσο, πιθανότατα λόγω των διασυνδέσεών του στη περιοχή.

Κατά το χειμώνα του 424/3 π.Χ. ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας επιτέθηκε στην Αμφίπολη, μια αποικία της Αθήνας στη Χαλκιδική, στρατηγικής σημασίας για την Αθηναϊκή συμμαχία, λόγω της ναυπήγησης ξυλείας που πρόσφερε η περιοχή και επειδή βρισκόταν κοντά στα χρυσωρυχεία του Παγγαίου.

Ο Αθηναίος διοικητής της Αμφίπολης ζήτησε βοήθεια από τον Θουκυδίδη. Ο Βρασίδας γνωρίζοντας ότι ο Θουκυδίδης βρισκόταν στη Θάσο και φοβούμενος βοήθεια από τη θάλασσα, έσπευσε να προσφέρει ευνοϊκούς όρους στους κατοίκους της Αμφίπολης, για παράδοση, τους οποίους και δέχτηκαν.

Έτσι όταν ο Θουκυδίδης έφτασε στην Αμφίπολη, η πόλη ήταν ήδη υπό σπαρτιατικό έλεγχο.

Τα νέα για την απώλεια της Αμφίπολης προκάλεσαν, μεγάλη αναστάτωση στην Αθήνα.

Σχετικά με την αποτυχία του να σώσει την Αμφίπολη, ο Θουκυδίδης αναφέρει : “Μου συνέβη να εξοριστώ από την πόλη μου, επί είκοσι χρόνια μετά τη στρατηγική μου στην Αμφίπολη και έχοντας επαφή με τα πράγματα των δύο πλευρών και ιδίως, λόγω της εξορίας μου, με τα πράγματα των Πελοποννήσιων, είχα τη δυνατότητα να τα προσεγγίσω απερίσπαστος και να τα κατανοήσω καλύτερα”.

Πιθανόν ο Θουκυδίδης ταξίδεψε και στη Σικελία κατά την εκστρατεία στη Σικελία, καθώς υπάρχουν παραδείγματα βαθειάς γνώσης των τοπικών συνθηκών.

Σύμφωνα με τον Παυσανία, κάποιος με το όνομα Οινόβιος κατάφερε να περάσει ένα νόμο που επέτρεπε στον Θουκυδίδη να επιστρέψει στην Αθήνα, πιθανόν λίγο μετά την παράδοση της Αθήνας και το τέλος του πολέμου, το 404 π.Χ.

Ο Παυσανίας συνεχίζει λέγοντας, ότι δολοφονήθηκε κατά την επιστροφή του στην Αθήνα. Πολλοί αμφισβητούν αυτήν την εκδοχή, θεωρώντας ότι έζησε, μέχρι το 398 π.Χ.

Πάντως, όποια από τις δύο απόψεις και αν ισχύει, το σίγουρο είναι ότι, παρόλο που έζησε μετά το τέλος του πολέμου, δεν πρόλαβε να τελειώσει την ιστορία του.

Η αφήγησή του τελειώνει απότομα στο μέσο του 411 π.Χ. υποδηλώνοντας ίσως ότι πέθανε ξαφνικά, κατά τη διάρκεια συγγραφής του έργου.

Σύμφωνα με κάποια παράδοση αναφέρεται ότι το κείμενο του, βρέθηκε να τελειώνει με μια ανολοκλήρωτη πρόταση. Τα λείψανά του επεστράφησαν στην Αθήνα και ενταφιάστηκαν στον οικογενειακό τάφο του Κίμωνα.

Το έργο του Θουκυδίδη.

Ο Θουκυδίδης γενικά αναγνωρίζεται ως ένας από τους πρώτους αληθινούς ιστορικούς. Με την εισαγωγή της μεθόδου της ιστορικής αιτιότητας, δηλαδή της αναζήτησης των βαθυτέρων αιτιών ενός γεγονότος, υπήρξε ο πρώτος που προσέγγισε με επιστημονικό τρόπο την ιστορία.

Αντίθετα με τον προγενέστερο’ του Ηρόδοτο, τον αποκαλούμενον από τον Κικέρωνα” πατέρα της ιστορίας”, ο οποίος περιελάμβανε στην ιστορία του φήμες και αναφορές στη μυθολογία και τους θεούς, ο Θουκυδίδης συμβουλευόταν σε μεγάλο βαθμό γραπτά ντοκουμέντα, συνομιλούμε με ανθρώπους που συμμετείχαν ή και πρωταγωνίστησαν στα γεγονότα τα οποία περιέγραφε (Α 20).

Ο Θουκυδίδης δεν έδωσε τίτλο στο έργο αυτό, ούτε το διαίρεσε σε βιβλία. Η διαίρεσή του, σε οκτώ βιβλία και ο τίτλος Θουκυδίδου ιστορίαι ή Συγγραφή, οφείλεται στους αρχαίους γραμματικούς.

Χαρακτήρας και επιρροές.

Ο Θουκυδίδης πιθανότατα εκπαιδεύτηκε από τους Σοφιστές, δασκάλους και φιλοσόφους της κλασσικής Αθήνας (Αναυλαγόρα και Αντιφώντα).

Έχει επηρεαστεί ακόμη από την τραγωδία, πράγμα που φαίνεται από το διάλογο των Αθηναίων και Μηλίων, ο οποίος είναι γραμμένος σε μορφή ερώτησης απάντησης (στιχομυθία).

Επίσης συχνά αντιδιαστέλλει την γνώμη με την τύχη, επηρεασμένος και πάλι από την τραγωδία.

Σε ό,τι αφορά τα πολιτικά, ο Θουκυδίδης θαύμαζε τον Περικλή και επιδοκίμαζε την εξουσία που είχε στο λαό, παρόλο που αποστρέφονταν τους λαϊκιστές δημαγωγούς, που τον διαδέχτηκαν .

Ο Θουκυδίδης δεν ήταν υπέρμαχος της ριζικής δημοκρατίας που προωθούσε ο Περικλής, αλλά πίστευε ότι ήταν αποδεκτή, όταν λειτουργούσε υπό την καθοδήγηση ενός ηγέτη.

Άλλη επιρροή του Θουκυδίδη, ήταν ο Ιπποκράτης. Στο τμήμα του έργου που περιγράφει το λαιμό που επηρέασε την Αθήνα (Β 47-54), η ανάλυση του πάνω στα χαρακτηριστικά της ασθένειας, είναι πολύ λεπτομερής και δείχνει άμεσα την επιρροή του από τον Ιπποκράτη. Από τους μεταγενέστερους ιστορικούς μεταξύ άλλων, επηρεάστηκαν άμεσα από το έργο του Θουκυδίδη οι εξής : Λουκιανός, Πολύβιος, Σαλούστιος, Ευνόπιος, Πρίσκος προκόπιος, Αγαθίας, Καντακουζηνός, Κριτόβουλος.

Επίσης, αν και δεν συγκαταλέγει στους Ιστορικούς, ο Ρωμαίος ρήτορας Κικέρων, ήταν από αυτούς που επηρεάστηκαν έντονα από τον αρχαίο Αθηναίο ιστορικό.

Πηγή : Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, Α, Β , Γ, Γυμνασίου, Αναστάσιος Στέφος, Εμμανουήλ Στεργιούλης, Γεωργία Χαριτίδου, ΟΕΔΒ, Αθήνας, εκδ. Β, 2007.

Με εκτίμηση

Δημήτριος Μητρόπουλος