Συζητήθηκε η προσφυγή κατά των περικοπών του Ν 4046/2012  και αναμένεται η  καθαρογραφή της απόφασης του ΣτΕ. Εμείς απλά αισθανόμαστε ηθικά δικαιωμένοι και  σταχυολογούμε απο τον ηλεκτρονικό τύπο τις αντιδράσεις  και όχι μόνο, έτσι …….για την ιστορία.

« Όσες δικαστικές αποφάσεις και να βγουν, λεφτά δεν θα γεννήσουμε», σχολίασε από την πλευρά του ο Αδωνις Γεωργιάδης, μιλώντας στην τηλεόραση του ΑΝΤ1.

«Το πρόβλημα της χώρας μας δεν είναι νομικό. Κάθε απόφαση που θα ακυρωθεί θα πρέπει αυτομάτως να αντικατασταθεί με κάποια άλλη», είπε ο κ. Γεωργιάδης που πρόσθεσε:

«Δεν έχω διαβάσει το σκεπτικό της αποφάσεως και έτσι δεν μπορώ να το κρίνω. Μπορώ να σας πω μετά βεβαιότητας όμως επειδή το πρόβλημα της χώρας μας δεν είναι νομικό αλλά είναι οικονομικό κάθε απόφαση που θα ακυρωθεί, που έχει να κάνει με ζητήματα δημοσιονομικό χαρακτήρα θα πρέπει αυτομάτως να αντικατασταθεί με μια άλλη. Έχουμε στην τσέπη μας συγκεκριμένα λεφτά, δεν έχουμε άλλα αυτά είναι. Όσες αποφάσεις και να βγάλουμε μεταξύ μας, τα λεφτά αυτά παραμένουν τα ίδια. Μην μας φεύγει η μεγάλη εικόνα», κατέληξε ο υπουργός.

Για το ίδιο θέμα, ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Κυριάκος Μητσοτάκης, δήλωσε στον Σκάι ότι προς το παρόν δεν υπάρχει η οριστική απόφαση του δικαστηρίου και άρα «πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν σχολιάζουμε».

«Οι αποφάσεις της Δικαιοσύνης πρέπει να γίνονται σεβαστές, όπως και αποφάσεις για προσφυγές που οι εργαζόμενοι δεν έχουν δικαιωθεί» παρατήρησε ο κ. Μητσοτάκης.

Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, με δήλωσή του, ο βουλευτής του κόμματος Αλέξης Μητρόπουλος εξέφρασε την ελπίδα του ότι η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας «θα εγκαινιάσει μια νέα θεώρηση της δικαστικής λειτουργίας για τους μισθούς και συντάξεις όλων ανεξαιρέτως των Ελλήνων, βγάζοντας σταδιακά αντισυνταγματικούς όλους τους σχετικούς εφαρμοστικούς νόμους που μέλλουν να εφαρμοστούν για πολλές γενεές εργαζομένων».

Σε σχετική δήλωσή του και υπό την επιφύλαξη της μελέτης της απόφασης της Ολομελείας του ΣτΕ προς συναγωγή ολοκληρωμένων συμπερασμάτων, ο κ. Μητρόπουλος τονίζει ότι η καθυστερημένη αυτή και επιμερισμένη δίκαια κρίση του ΣτΕ πρέπει να επεκταθεί και σε όλους τους άλλους κλάδους και να μην περιοριστεί στο ειδικό μισθολόγιο των στρατιωτικών, για το οποίο η κυβέρνηση έχει ήδη εξαγγείλει τη μερική ενίσχυσή του μέσα από το λεγόμενο πλεόνασμα.

Εξάλλου, σημειώνει ότι η απόφαση αυτή δεν θίγει τη συνεχιζόμενη ραγδαία μείωση των μισθών και ημερομισθίων του υπόλοιπου δημοσίου και βεβαίως του πολύπαθου ιδιωτικού τομέα, όπου εξακολουθεί να εφαρμόζεται η δραστική μείωση μισθών και συντάξεων, σύμφωνα με τη «ρήτρα της συγκρίσιμης ανταγωνιστικής υποτίμησης» με τις χώρες της Νοτιανατολικής Ευρώπης (Βουλγαρία, Ρουμανία), όπως προβλέπει το δεύτερο μνημόνιο (Νόμος 4046/12).
Ως «το πρώτο βήμα για τη δικαίωση αποτελεί» θεωρούν οι Ανεξάρτητοι Έλληνες την απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα του νόμου, με τον οποίο «η τροϊκανή συγκυβέρνηση επέβαλε τις βίαιες, απάνθρωπες και άδικες περικοπές, στο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας».
Σύμφωνα με τους Ανεξάρτητους Έλληνες η απόφαση δικαιώνει τη θέση του κόμματος «ότι ο νόμος είναι παράνομος και αντισυνταγματικός», ενώ τονίζουν ότι θα σταθούν σθεναρά στο πλευρό του προσωπικού όλων των κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας «στα δίκαια αιτήματά τους, αναγνωρίζοντας τις καθημερινές τους θυσίες για την Πατρίδα και το δικαίωμα να ζουν με αξιοπρέπεια».

Εμείς προσθέτουμε ότι από τις περικοπές εκείνες έχασαν αυτομάτως όλοι οι εν ενεργεία ένστολοι από τουλάχιστον 200 ευρώ (για τους πλέον χαμηλόμισθους) μέχρι και 2.000 ευρώ οι ανώτατοι   Όταν γίνει πλήρως γνωστό το σκεπτικό της απόφασης του ΣτΕ, η κυβέρνηση ενδέχεται να υποχρεωθεί να σταματήσει να διενεργεί τις μειώσεις αυτές για όλους, δηλαδή να επαναφέρει τους μισθούς στο επίπεδο που βρίσκονταν προ Μνημονίων και «κουρεμάτων».

Τέλος σύμφωνα με την εφημερίδα Πρωτο Θέμα η Κυβέρνηση από τις μειώσεις  υπολόγιζε να εξοικονομεί έως 115 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο. Αν και οι συνταξιούχοι απόστρατοι γλίτωσαν ένα μέρος των περικοπών που είχαν οι εν ενεργεία συνάδελφοί τους, η Τρόικα και η κυβέρνηση πρέπει να υπολογίσουν τώρα που συντάσσουν το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2014-2016, ότι θα λείψουν περί τα 300-350 εκατ. ευρώ την προσεχή τριετία, τα οποία πρέπει να καλυφθούν με άλλα μέτρα (μαζί με τις ωριμάνσεις μισθών και άλλα επιδόματα που συνδέονται με τους βασικούς μισθούς).

Άμεσα θα υποχρεωθεί η κυβέρνηση να επιστρέψει και τα χρήματα που παρανόμως παρακράτησε τον προηγούμενο ενάμιση χρόνο (από τον Αύγουστο του 2012) σε όσους προσέφυγαν και δικαιώθηκαν στα δικαστήρια. Αυτοί θα έχουν λαμβάνειν τουλάχιστον 200 (ή έως και 2.500 ευρώ σε εξαιρετικές περιπτώσεις) για κάθε μήνα που τους γινόταν η μείωση, δηλαδή τουλάχιστον 3.500 ευρώ ο καθένας συν τους τόκους. Σειρά θα πάρουν και όλοι οι υπόλοιποι όμως, που θα τα ζητήσουν και εντόκως.

Στην περίπτωση αυτή η κυβέρνηση έχει, θεωρητικά, τρεις επιλογές:

–          Να επιστρέψει σε χρήμα τα λεφτά αυτά, είτε εφάπαξ για τους πλέον χαμηλόμισθους είτε και σε δόσεις μαζί με τον μισθό. Αυτό θα τίναζε όμως τα ελλείμματα και το Μνημόνιο στον αέρα.

–          Να επιστρέψει με κρατικά ομόλογα τα αναδρομικά στους δικαιούχους, αλλά η λύση αυτή φοβίζει πολλούς γιατί στην πράξη έχει αποδειχτεί ότι τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου «κουρεύονται» κιόλας.

–          Να πάρει πίσω τις μειώσεις αλλά να μην δώσει αυξήσεις και αναδρομικά στους δικαιούχους,  επιβάλλοντας με άλλη ονομασία ένα παρεμφερές μέτρο μείωσης μισθών (πχ έκτακτη εισφορά) στους ίδιους ή άλλους μισθοδοτούμενους από το δημόσιο. Η λύση αυτή όμως «σκοντάφτει» στο ότι έρχονται εκλογές και τα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση θα το σκεφτούν πολύ αν πρέπει να αναλάβουν τέτοιο πολιτικό κόστος.  Το «κακό προηγούμενο» του ΕΕΤΗΔΕ και του ΕΕΤΑ όμως προϊδεάζουν ότι θα μπορούσε η συνέχιση των μειώσεων στους μισθούς να «αμπαλαριστεί» με κάποιου είδους ελάφρυνση, δηλαδή μικρότερη μείωση από την υφιστάμενη που θα οδηγούσε σε οριακή αύξηση σε σχέση με τις τρέχουσες αποδοχές τους, καλύπτοντας τις απώλειες για τα κρατικά ταμεία από άλλες εισπρακτικές μεθόδους.