Ενημέρωση από το Αντ/γο ε.α. Σουπιώνη Νικόλαο
1. Με τις διατάξεις του άρθρου 86 παρ. 1 του ν. 4307/15.11.2014 (ΦΕΚ τ.Α’ 246) καταργήθηκαν οι διατάξεις του ν. 4093/2012, που τροποποιούσαν τους οικονομικούς συντελεστές μισθών και συντάξεων, συνεπεία των οποίων από 1.8.2012 υποστήκαμε σημαντική αφαίμαξη των αποδοχών μας, και καθορίσθηκαν νέοι συντελεστές με αναδρομική ισχύ από 1.8.2012, οι οποίοι επαναφέρουν, κατά το ήμισυ, τους συντελεστές που ίσχυαν προ του ν. 4093/2012 αυξάνοντας ταυτόχρονα το βασικό μισθό αναφοράς επί του οποίου υπολογίζονται οι συντελεστές αυτοί.
Τούτο όμως δεν είχε ως συνέπεια οι αποδοχές των αποστράτων, σε αντίθεση με τους εν ενεργεία συναδέλφους, να επανέλθουν κατά 50% στο προϊσχύον καθεστώς του ν. 4093/2012, καθόσον οι ποσοστιαίες μειώσεις που προβλέπονται παράλληλα στον εν λόγω νόμο, των 5, 10, 15, 20% ανάλογα του ύψους της σύνταξης, εξακολουθούν να ισχύουν και μάλιστα το ύψος του ποσοστού να καθορίζεται επί των ακαθάριστων αποδοχών και όχι επί του ποσού που εναπομένει, μετά την αφαίρεση της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων και της επιπλέον εισφοράς του ν. 4002/2011,άρθρου 2 παρ.14 , καθώς και των λοιπών μειώσεων που συντελέσθηκαν με τους ν. 4024/2011 και 4051/2012 αντίστοιχα στις συντάξεις. Δηλαδή εάν π.χ. οι ακαθάριστες αποδοχές είναι 2.400€ και με τις ως άνω μειώσεις κατέρχονται οι αποδοχές κάτω των 2000€, το ποσοστό παρακράτησης παραμένει επί του ύψους των αποδοχών αυτών, ενώ λογικά θα έπρεπε εν προκειμένω να μεταβληθεί από 15% στο 10%, καθόσον το ποσοστό παρακράτησης μέχρι 2000€ είναι 10%, ενώ πάνω από 2000€ είναι 15%, με σημαντικό για κάθε μήνα όφελος για τον συνταξιούχο.
Μάλιστα αξίζει να επισημανθεί ότι η ποσοστιαία αυτή μείωση επιβάλλεται από το ένα ευρώ της σύνταξης και κατά συνέπεια πολύ μεγαλύτερη από τις προηγούμενες μειώσεις των ν. 4024/2011 και 4052/2012 που άρχιζαν από συγκεκριμένο ποσό και άνω και συγκεκριμένα για το ποσό που εναπομένει από την αφαίρεση του υπόλοιπου.
Δυστυχώς η κατάφορη αδικία που υπέστημεν ως συνταξιούχοι εξακολουθεί να υφίσταται κατά τρόπο προκλητικό, αυθαίρετο και παράνομο. Τουλάχιστον για την αποκατάσταση έστω και στοιχειωδώς του Κράτους Δικαίου και της βασικής συνταγματικής αρχής της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης των στρατιωτικών, που περιλαμβάνει ασφαλώς και τους αποστράτους βάσει των ειδικών διατάξεων του άρθρου 34 του π.δ. 169/ 2007 «Κώδικας Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων», σύμφωνα με τις οποίες η σύνταξη καθορίζεται βάσει του βαθμού και της θέσης που είχε ο δικαιούχος κατά το χρόνο που είχε στην ενέργεια, θα όφειλε η Πολιτεία να ρυθμίσει το ύψος του ποσοστού παρακράτησης να είναι επί του εναπομένοντος καθαρού ποσού, όπως επισημάνθηκε παραπάνω.
Επομένως αποτελεί χρέος όλων των Σωματείων Αποστράτων , Πρωτοβάθμιων και Δευτεροβάθμιων, με συντονισμένες ενέργειες να εγείρουν την απαίτηση προς την Πολιτική Ηγεσία, ώστε να προβεί τουλάχιστον στη διόρθωση αυτή, που είναι εφικτή, ακόμη και με τις σημερινές κρατούσες δυσχερείς οικονομικές συνθήκες και σύμφωνη μάλιστα με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και των εδικών διατάξεων του π. δ. 169/2007.
2. Επίσης το Συμβούλιο της Επικρατείας , με τις υπ’ αρ. 2194 και 2195/ 13.6.2014 αποφάσεις της Ολομέλειας ακύρωσε την υπ’ αρ. οικ.2/83408/0022/14.11.2012 απόφαση του Αν. Υπουργού Οικονομικών για το μέρος εκείνο που αφορούσε την αναδρομική μείωση των αποδοχών του προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας και δη από 1.8.2012, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4093/2012. Κατά συνέπεια η διαφορά της σύνταξης της περιόδου από 1.8.2012 έως 31.12.2012, πρέπει να επιστραφεί ολόκληρη και χωρίς τις αναφερθείσες ποσοστιαίες παρακράτησης, καθόσον εν προκειμένω η Πολιτεία οφείλει άμεσα να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις του ΣτΕ, ανεξάρτητα τι επιτάσσεται με τις διατάξεις του ν. 4307/2014. Ως εκ τούτου τα Σωματεία των αποστράτων οφείλουν να εντείνουν τις προσπάθειές τους με τη συμμετοχή όλων μας προκειμένου να συμμορφωθεί η Πολιτεία με τις αποφάσεις του ΣτΕ.
3. Μετά την εφαρμογή του ν. 4307/2014, με τις διατάξεις του οποίου διαμορφώθηκαν οι νέοι συντελεστές αρκετοί συνάδελφοι δυστυχώς διαπίστωσαν ότι επί των αποδοχών τους δεν υπήρξε ουδεμία ουσιαστική προς τ’ άνω μεταβολή. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι ενώ βρισκόντουσαν αυτές οριακά σε συγκεκριμένου ύψους κλίμακα, π. χ. ελαφρά άνω των 1000€, 1400€, 1800€ κ.λ.π., η οποιαδήποτε προβλεπόμενη εισφορά ή μείωση να μην παρακρατείται εξ ολοκλήρου, προκειμένου να μην κατέρχονται οι συντάξιμες αποδοχές του οριακού σε κάθε περίπτωση προβλεπόμενου από το νομοθέτη σημείου. Με την αύξηση όμως που επέφεραν οι διατάξεις του ν. 4307/2014 στις μικτές αποδοχές , είχε ως συνέπεια να σημειωθεί ολόκληρη η παρακράτηση και να μην διαπιστώσουν αρκετοί συνάδελφοι αύξηση των αποδοχών τους. Το γεγονός αυτό θεραπεύεται σημαντικά εφ’ όσον επανέλθουν οι συντελεστές διαμόρφωσης των αποδοχών στην κατάσταση που βρισκόντουσαν προ του ν. 4093/2012. Ακόμη όμως και η Πολιτεία σε βάθος χρόνου επαναφέρει τους συντελεστές στην εν λόγω κατάσταση, ουδείς εγγυάται ότι αυτό θα έχει αναδρομική ισχύ, γιατί αυτό θα επέφερε πέραν των άλλων ουσιαστικών λόγων και μεταβολή ειδικών βασικών διατάξεων του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων, με απρόβλεπτες για όλο το οικονομικό σύστημα συνέπειες.
Εν προκειμένω οι μόνοι που έχουν ήδη ανακτήσει δικαίωμα ως προς τα αναδρομικά ποσά είναι όσοι άσκησαν έφεση στο Ελεγκτικό Συνέδριο, αρμόδιο ανώτατο δικαστήριο για τη διαφορά των συντάξεων, καθόσον η Ολομέλεια του Δικαστηρίου κατόπιν συσκέψεως αποφάνθηκε με ψήφους 27 έναντι 2 υπέρ της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του ν. 4093/2012. Αναμένεται δε η δημοσίευση της απόφασης. Επίσης προκειμένου να τύχουν της αυτής δικαστικής αναγνώρισης αρκετοί συνάδελφοι κατέθεσαν ήδη αγωγή στο Ελ.Σ.
Επειδή η εν λόγω απαίτηση έχει περιοδικό χαρακτήρα, ως εκ της καταβολής της κάθε μήνα (συντάξιμες αποδοχές), ακόμη και σήμερα δύναται ο κάθε συνάδελφος να ασκήσει αγωγή. Όμως τυχόν περαιτέρω αναβολή άσκησης του ένδικου αυτού μέσου περιορίζει το δικαίωμα ως προς την αναζήτηση αναδρομικών πέραν της διετίας από το χρόνο έκδοσης των πράξεων αναπροσαρμογής των συντάξεων από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (Ιανουάριος 2013).
Νικόλαος Σουπιώνης
Αντιστράτηγος ε.α.
Πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών
Κάτοχος master Ποινικών Επιστημών και Δημοσίου Δικαίου