Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ

Κάλλιστο δημιούργημα

Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος  Αντ/γος ε.α. Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής  Αθηνών.  Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.

Ο Ακάθιστος Ύμνος, ο οποίος ψάλλεται κάθε Παρασκευή των πέντε πρώτων εβδομάδων της Μ. Τεσσαρακοστής, την μεν τελευταία ολόκληρος, τις δε προηγούμενες διηρημένος σε τέσσερες στάσεις, ανά μία στάση κάθε φορά, είναι, ως γνωστόν ποίημα αφιερωμένο στη Θεοτόκο. Εγκωμιάζονται σ’ αυτόν οι αρετές της Παρθένου και συγχρόνως απαριθμούνται και εξαίρονται τα πλουσιοπάροχα αγαθά, τα οποία ήλθαν απ’ αυτήν στον κόσμο, αφού αυτή γέννησε τον σωτήρα Χριστό, τον αίτιο παντός αγαθού. Ποιητής του Ακάθιστου ύμνου φαίνεται ότι είναι ο άγιος Ρωμανός ο μελωδός, ο κατ’ εξοχήν υμνητής της Θεοτόκου και ο μέγιστος των βυζαντινών ποιητών, ο Πίνδαρος της Χριστιανικής ποιήσεως, όπως ονομάστηκε. Ο Ρωμανός ήκμασε κατά τον 6ο αιώνα. Αλλά ο Ύμνος έλαβε την ονομασία Ακάθιστος αργότερα τον 7ο αιώνα, από τις γνωστές ιστορικές συνθήκες :

Οι Πέρσες εισβάλλουν στην Αγία πόλη Ιερουσαλήμ και αρπάζουν τον τίμιο Σταυρό. Η είδηση για την ασεβή αυτή δράση πράξι των βαρβάρων προκαλεί γενική αναστάτωση στον Χριστιανικό κόσμο του Βυζαντίου.

Ο ευσεβής αυτοκράτορας Ηράκλειος, αναλαμβάνει εκστρατείες κατά των Περσών. Αλλά, κατά την απουσία του αυτοκράτορα Άραβες και Πέρσες πολιορκούν την Κωνσταντινούπολη από ξηρά και θάλασσα, την συσφίγγουν τρομακτικά, προκαλούν τους Χριστιανούς με αγέρωχους και βάναυσους λόγους και απειλούν γενική εξόντωση.

Την κρίσιμη αυτή στιγμή, ο Πατριάρχης Σέργιος, καλεί τον λαό της πόλεως σε πάνδημη λιτανεία. Ο λαός προσεύχεται και ζητά αγωνιωδώς ένα θαύμα. Και το Θαύμα γίνεται. Οι βάρβαροι ενεργούν επανειλημμένες (εφόδους, αλλά αποτυγχάνουν και τόσο δεινή υφίστανται καταστροφή, ώστε τα πέριξ των τειχών, καλύπτονται από εχθρικά πτώματα. Φοβερός δε ανεμοστρόβιλος αρπάζει τα πλοία τους και τα εκβράζει στην ακτή.

Οι βάρβαροι καταλαμβάνονται από πανικό, λύνουν εσπευσμένα την πολιορκία, και φεύγουν κατησχυμένοι. Ο λαός αποδίδει το θαύμα στην προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου και πλήρης συγκινήσεων συρρέει στο ναό στις Βλαχέρνες, όπου τελεί ολονύχτια ευχαριστήρια ακολουθία, κατά την οποία ψάλει, σε όρθια στάση τον εν λόγω Ύμνο εξ ού, Ακάθιστος. Το ιστορικό αυτό γεγονός συνέβη το 626. Τότε δε, επ’ ευκαιρία της θαυμαστής διασώσεως της Πόλεως, εποιήθη και εψάλη το γνωστό κοντάκιο “Τη υπερμάχω Στρατηγώ…” και τέθηκε ως προοίμιο (του Ακάθιστου Ύμνου, ενώ παλαιότερο προοίμιό του, ήταν το “Προσταχθέν μυστικώς…”

Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι έκφραση της τρυφερής αγάπης της βυζαντινής ψυχής προς την Μητέρα του Φωτός, καθώς και του θαυμασμού, προς την υπέροχη αρετή της αγνότητας, η οποία υπήρξε το στόλισμα της Αειπαρθένου περισσότερο από όλους τους ανθρώπους και τους αγίους. Είναι δε το ποίημα αυτό θαυμάσιο, θεσπέσιο, κάλλιστο δημιούργημα του βυζαντινού πολιτισμού. Οι λέξεις έχουν επιλεγεί επιμελώς, ως πολύτιμοι μαργαρίτες και αδάμαντες και η πλοκή των λέξεων έχει γίνει αριστοτεχνικώς, ώστε να γεννά στη ψυχή των ανθρώπων, το αίσθημα της αρμονίας και την απ’ αυτό ανάπαυση και ηδονή της καρδίας.

Ποικίλα δε και άφθονα ρητορικά και ποιητικά σχήματα καθιστούν πλέον τον λόγο τερπνό και ευχάριστο, ασύγκριτο σε ελκυστικότητα. Πλούτος επίσης υγιούς φαντασίας περιέχεται στον Ακάθιστο Ύμνο και πυκνές εικόνες τόσον επιτυχείς, ώστε να νομίζει κανείς, ότι ενώπιόν του έχει θαυμάσιους πίνακες ζωγραφικής. Και γενικά το προοίμιο αυτό, είναι πλήρες Χαρίτων, όπως και η Παρθένος στην οποία αναφέρεται, είναι ” κεχαριτωμένη”.

Ο Ακάθιστος Ύμνος είναι δόξα του Βυζαντινού πολιτισμού. Οι νεώτεροι υποτιμούν συνήθως τον βυζαντινό πολιτισμό, επειδή ο πολιτισμός εκείνος ήθελε να είναι χριστιανικός… Εν τούτοις η πνευματικότης των Βυζαντινών παρ’ όλες τις αδυναμίες τους, ήταν πολύ ανώτερη της σύγχρονης πνευματικότητας.

Τρανή απόδειξη τούτου, ο Ακάθιστος Ύμνος. Διότι μπορούμε εμείς σήμερα, να δημιουργήσουμε ένα τέτοιο ποίημα; Ούτε μία στροφή! Γιατί; Γιατί εμείς σήμερα είμαστε πτωχοί, πολύ πτωχοί σε θησαυρούς καρδίας.

Οι περισσότεροι Έλληνες σήμερα όχι μόνον δεν αγαπούν την Παναγία, όπως την αγαπούσαν οι Βυζαντινοί, αλλά και υβρίζουν την Παναγία, με τις χυδαιότερες ύβρεις. Και οι υπόλοιποι ακούουντες φρικτές ύβρεις, αδιαμαρτύρητα και με απάθεια, σαν να μην οφείλουν τίποτε, στη Μητέρα του Φωτός και έπειτα καυχώμεθα για τον πολιτισμό μας, λησμονώντας ότι “ψυχή του πολιτισμού είναι ο πολιτισμός της ψυχής”.

Ο Ακάθιστος Ύμνος καλεί εμάς τους νεώτερους Έλληνες ν’ αποβάλωμε τον ρύπο των χειλέων και των καρδιών και να γίνωμε ωραίες ψυχές. Διότι ωραιότητας εγκώμιο, είναι ο αθάνατος αυτός ύμνος

Οίκος 1ος.

– Άγγελος πρωτοστάτης ουρανόθεν επέμφθη ειπείν τη Θεοτόκω το χαίρε. Και συν τη ασωμάτω φωνή σωματούμενον σε θεωρών, Κύριε, εξίστατο και ίστατο, κραυγάζων προς αυτήν τοιαύτα.

Χαίρε, δι’ ής η χαρά εκλάμψειν.

Χαίρε, δι’ ής η χαρά εκλείψει.

Χαίρε, του πεσόντος Αδάμ η ανάκλησης.

Χαίρε, των δακρύων της Εύας η λύτρωσης.

Χαίρε, ύψος δυσανάβατον ανθρωπίνοις λογισμοίς

Χαίρε, βάθος δυσθεώρητον και αγγέλων οφθαλμοίς.

Χαίρε, ότι υπάρχεις Βασιλέως καθέδρα.

Χαίρε, ότι βαστάζεις τον βαστάζοντα πάντα.

Χαίρε, αστήρ εμφαίνων τον ήλιον.

Χαίρε, γαστήρ ενθέου σαρκώσεως.

Χαίρε, δι’ ής νεουργείται η κτίσις.

Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.

Χαίρε , δι’ ής βρεφουργείται ο Κτίστης

Το ωραιότατο αυτό οξύμωρο, αποδίδει τον παράδοξο συνδυασμό στο πρόσωπο της Παναγίας,  δύο αντίθετων ιδιοτήτων της ιδιότητας της Μητέρας και της ιδιότητας της Παρθένου.

Ο ιερός υμνογράφος ονομάζει την Παναγία Νύμφη ως Θεόνυμφο. Μητέρα του Χριστού, και ανύμφευτε, ως Αειπαρθένου Κόρη. Η απιστία βεβαίως δεν εννοεί τίποτε από το μυστήριο της εκ Παρθένου γεννήσεως. Διότι το μυστήριο, υπερβαίνει τους νόμους της φύσεως. Η πίστις όμως γνωρίζει, ότι “όπου βούλεται Θεός, νικάτε φύσεως τάξις”.

Πηγή : (Του αειμνήστου Θεολόγου Νικόλαου Σωτηροπούλου).

Με εκτίμηση

Δημήτριος Μητρόπουλος