ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ

Γράφει : Ο Δημήτριος Μητρόπουλος  Αντ/γος ε.α.

Επιτ. Υπαρχηγός. ΕΛ.ΑΣ. Πτυχ. Νομικής και Δημ. Δικαίου και Πολ. Επιστημών Νομικής Σχολής Αθηνών.

Συγγραφέας, Μέλος της Ένωσης Μεσσηνίων Συγγραφέων.

Η ικανότητα του ανθρώπου για μάθηση αποτελεί ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του. Παρουσιάζεται με τη γέννησή του και τελειώνει με τον Θάνατό του.

Η μάθηση εισχωρεί τόσο βαθειά σ’ όλες τις δραστηριότητες του (κινητικές και νοητικές), ώστε, σε τελευταία ανάλυση, καταντά απαραίτητη προϋπόθεση, για την πραγμάτωση της ανθρώπινης φύσης και την ολοκλήρωση της ανθρωπιάς του.

Τι μαθαίνει ο άνθρωπος :

Πρώτα- πρώτα, το νήπιο μαθαίνει βαθμιαία να αντιλαμβάνεται τον κόσμο, δηλαδή τα πράγματα, τα πρόσωπα, τα γεγονότα και τις καταστάσεις.

Ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να φαίνεται στην αρχή αυθαίρετος. Την ορθότητά του, όμως, βεβαιώνουν τα συμπεράσματα από σχετικούς πειραματισμούς.

Πειράματα που είχαν σκοπό να απαντήσουν στο ερώτημα, πως αντιλαμβάνονται τον κόσμο άνθρωποι που γεννήθηκαν τυφλοί από καταρράκτη και απέκτησαν αργότερα το φως τους, ύστερα από εγχείρηση, κατέληξαν σε πολύ διαφορετικά συμπεράσματα :

Οι άνθρωποι αυτοί δεν ξέρουν να βλέπουν τον κόσμο.

Το κατορθώνουν, όμως, σιγά – σιγά, ύστερα δηλαδή από μάθηση. “Για πολλές βδομάδες και μήνες από τότε που αρχίζει να βλέπει το άτομο, με μεγάλη δυσκολία, μπορεί να ξεχωρίσει και τα πιο απλά σχήματα, όπως ένα τρίγωνο ή ένα τετράγωνο.

Ο άνθρωπος μαθαίνει επίσης διάφορες δεξιότητες. Μαθαίνει να χειρίζεται διάφορα εργαλεία, όργανα, μηχανές, μαθαίνει να γράφει, να ζωγραφίζει και γενικότερα να κατασκευάζει.

Στο διάστημα που γίνονται οι δραστηριότητες αυτές αναπτύσσονται τα αισθητήρια όργανα, οργανώνονται τα αισθητηριακά δεδομένα και παρουσιάζονται τα πρώτα νοητικά σχήματα, τα οποία αποτελούν τις βάσεις, για την νοητική ανάπτυξη του ατόμου.

Η παραπέρα, όμως, νοητική ανάπτυξη του ανθρώπου (εμφάνιση της αφηρημένης σκέψης) συνδέεται αναπόσπαστα, με τη μάθηση της γλώσσας.

Το παιδί μαθαίνει τη γλώσσα σιγά – σιγά, μέσα στο κοινωνικό του περίγυρο και στη συναναστροφή του, με τους μεγαλύτερους.

Στην αρχή, η γλώσσα παίζει ρυθμιστικό ρόλο στη συμπεριφορά του. Οι μεγάλοι, δηλαδή, λένε, και αυτό, τις περισσότερες φορές, αντιδρά ανάλογα.

Αργότερα, όμως, καθώς αναπτύσσεται η γλωσσική ικανότητα του παιδιού, παρουσιάζεται εσωτερικός διάλογος, που βοηθεί στην αυτορρύθμιση της συμπεριφοράς του.

Το βοηθά επίσης η γλώσσα να αντιλαμβάνεται καλύτερα τον κόσμο, να ανακαλύπτει σχέσεις, να μαθαίνει έννοιες, συστήματα εννοιών, ιδέες, και να κάνει γενικεύσεις.

Όταν πάλι αργότερα μάθει το γραπτό λόγο, τότε ένας ολόκληρος θησαυρός από γνώσεις, που έχουν συσσωρεύσει οι προηγούμενες γενιές στα διάφορα κείμενα, είναι στη διάθεσή του.

Εκτός όμως, απ’ αυτά, ο άνθρωπος μαθαίνει επίσης, προλήψεις, προκαταλήψεις, συναισθήματα, συγκινήσεις, αποκτά ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας (με βάση τη μάθηση), μαθαίνει, τέλος, (μέσα στα πλαίσια των διαπραγματευτικών σχέσεων που αναπτύσσεται), τα σπουδαιότερα κίνητρα των πράξεων του.

Είναι τόσο γενική η παρουσία της μάθησης στη συμπεριφορά του ανθρώπου, ώστε ο Mc Geoch γράφει τα εξής σχετικά :

“Αν προσπαθούσε κάνεις να φαντασθεί την απάλειψη, από το ρεπερτόριο των αντιδράσεών του, όλων όσα έχει μάθει, τότε θα ήταν σε θέση να καταλάβει καλύτερα την παρουσία της διαδικασίας της μάθησης και των αποτελεσμάτων της, στη συνηθισμένη συμπεριφορά”.

Πηγή : Η Μάθηση – Ψυχολογική Θεώρηση (Γεωργίου Π. Μαραγκουδάκη.)

Σας Ευχαριστώ

Δημήτριος Μητρόπουλος